Δικάζω στα σλοβενικά
Μετάφραση: δικάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
soditi, sodnik, sodnica, sodnika, sodnik je
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικάζω
δικάζω αρχικοι χρονοι, δικάζω στα αγγλικά, δικάζω translated, δικάζω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, δικάζω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- διηθώ στα σλοβενικά - cedit, rasa, napor, infiltrirati, prodrli, infiltrirajo, vtihotapiti, ...
- διθυραμβικός στα σλοβενικά - dithyrambic
- δικαίωμα στα σλοβενικά - právo, napravo, pravica, prav, desno, pravico, prava
- δικαιοδοσία στα σλοβενικά - pristojnost, jurisdikcija, jurisdikcije, pristojnosti, pristojno
Τυχαίες λέξεις
Δικάζω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: soditi, sodnik, sodnica, sodnika, sodnik je
Μεταφράσεις: soditi, sodnik, sodnica, sodnika, sodnik je