Εγκαρτέρηση στα σλοβενικά
Μετάφραση: εγκαρτέρηση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vztrajnost, vztrajnostjo, vztrajnosti, vztrajanje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαρτέρηση
εγκαρτέρηση συνώνυμα, εγκαρτέρηση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εγκαρτέρηση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- εγκαινιάζω στα σλοβενικά - odprt, odpirati, uvést, odprto, odpreti, Inaugurirati, slovesno, ...
- εγκαλώ στα σλοβενικά - žalovat, obžalovat, pokliče, izpodbijajo, pa izpodbijajo, Prenesla toæbi, toæbi
- εγκατάλειψη στα σλοβενικά - opustitev, odstop, opuščanje, zapustitve, zapustitev
- εγκατάσταση στα σλοβενικά - namestitev, vgradnja, montaža, instalacija, namestitve
Τυχαίες λέξεις
Εγκαρτέρηση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vztrajnost, vztrajnostjo, vztrajnosti, vztrajanje
Μεταφράσεις: vztrajnost, vztrajnostjo, vztrajnosti, vztrajanje