Εξάπτω στα σλοβενικά

Μετάφραση: εξάπτω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vznemiriti, navdušile, vzbujanje, vznemirijo, vznemirja
Εξάπτω στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξάπτω

εξάπτω συνόνυμα, εξάπτω την περιέργεια, εξάπτω τη φαντασία, εξάπτω αόριστος, εξάπτω κλιση, εξάπτω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, εξάπτω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • εξάνθημα στα σλοβενικά - liják, izpuščaj, izpuščaji, izpušcaj, izpuščajem
  • εξάπλωση στα σλοβενικά - širi, širjenje, širjenja, širijo, širjenju
  • εξάρθρωση στα σλοβενικά - narušení, pisun, izpah, motenj, motnja, dislokacija, motenj sta
  • εξάρτημα στα σλοβενικά - komponenta, komponento, komponente, sestavina, sestavni
Τυχαίες λέξεις
Εξάπτω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vznemiriti, navdušile, vzbujanje, vznemirijo, vznemirja