Επιβλέπω στα σλοβενικά

Μετάφραση: επιβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dozírat, nadziranje
Επιβλέπω στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβλέπω

επιβάλλω αγγλικα, επιβάλλω english, επιβλέπω αόριστοσ, επιβλέπω translation, επιβάλλω στα αγγλικά, επιβλέπω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επιβλέπω στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • επιβιβάζομαι στα σλοβενικά - naložit, rada, vkrcal, vkrcanje, stopijo, vkrcajo, začeti
  • επιβιβάζω στα σλοβενικά - naložit, vkrcal, vkrcanje, stopijo, vkrcajo, začeti
  • επιβλαβής στα σλοβενικά - škodljiva, škodljivo, škodljiv, škodljive, škodljivi
  • επιβλητικός στα σλοβενικά - o uvedbi, uvedbi, nalaga, uvedbo, uvedbe
Τυχαίες λέξεις
Επιβλέπω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: dozírat, nadziranje