Ιδιότροπος στα σλοβενικά

Μετάφραση: ιδιότροπος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bizarní, muhast, whimsical, Ćudljiv, Kapriciozan, muhasti
Ιδιότροπος στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιότροπος

ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ιδιότροπος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • ιδιόμορφος στα σλοβενικά - ednina, individuální, singulární, posebnost, značilne, nenavadno, nenavaden, ...
  • ιδιότητα στα σλοβενικά - znak, nepremičnine, nepremičnina, lastnina, lastnost, premoženje
  • ιδού στα σλοβενικά - lo, glej, dk, RSS Lo, Gle
  • ιδρυτής στα σλοβενικά - ustanovitelj, ustanoviteljica, ustanovitelja, utemeljitelj
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότροπος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: bizarní, muhast, whimsical, Ćudljiv, Kapriciozan, muhasti