Καθρέφτης στα σλοβενικά
Μετάφραση: καθρέφτης, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zrcalo, ogledalo, Mirror, ogledala, zrcalnem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθρέφτης
καθρέφτης αλμωπίας, καθρέπτης μπάνιου, καθρέφτης ικεα, καθρέφτης όνειρο, καθρέφτης αυτοκινήτου για μωρά, καθρέφτης λεξικό γλώσσας σλοβενικά, καθρέφτης στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- καθορισμένος στα σλοβενικά - statutární, fiksna, fiksni, fiksno, fiksne, fiksen
- καθοριστικός στα σλοβενικά - determinanta, determinanto, dejavnik, odločilni, odločilno
- καθυστέρηση στα σλοβενικά - zamuda, zamudo, zamude, zakasnitev, zamik
- καθυστερημένος στα σλοβενικά - pozno, pozen, zaostal, retardiran, upočasni, zavirane, zaostali
Τυχαίες λέξεις
Καθρέφτης στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: zrcalo, ogledalo, Mirror, ogledala, zrcalnem
Μεταφράσεις: zrcalo, ogledalo, Mirror, ogledala, zrcalnem