Προκαλώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: προκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izziv, vést, proces, izzivov
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προκαλώ
προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ εμετό, προκαλώ in english, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, προκαλώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- προικισμένος στα σλοβενικά - geniální, nadarjena, nadarjen, nadarjeni, podkovani, nadarjene
- προικοδότηση στα σλοβενικά - opremljenost, doživetja, obdarenost, dotacija, opremljenost z
- προκατάληψη στα σλοβενικά - pristranskost, bias, pristranskosti, poševnim, prednapetosti
- προκαταβάλλω στα σλοβενικά - prokatavallo
Τυχαίες λέξεις
Προκαλώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: izziv, vést, proces, izzivov
Μεταφράσεις: izziv, vést, proces, izzivov