Συχνά στα σλοβενικά
Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pogosto, se pogosto, velikokrat, so pogosto
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συχνά
συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συχνά στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- συσχέτιση στα σλοβενικά - korelacija, korelacije, korelacijo, soodvisnost, prikažejo korelacijo
- συσχετίζω στα σλοβενικά - korelira, korelaciji, povezati, korelirajo, v korelaciji
- συχνάζω στα σλοβενικά - pogosto, pogost, pogoste, pogosti, pogosta, pogostejši
- συχνός στα σλοβενικά - pogost, pogosto, pogoste, pogosti, pogosta, pogostejši
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pogosto, se pogosto, velikokrat, so pogosto
Μεταφράσεις: pogosto, se pogosto, velikokrat, so pogosto