Άνεση στα σουηδικά

Μετάφραση: άνεση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lätta, bekvämlighet, ro, lugn, lindra, lätthet, komfort, Comfort, komforten
Άνεση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνεση

άνεση english, ακουστική άνεση, επική άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, άνεση λεξικό γλώσσας σουηδικά, άνεση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • άνεμος στα σουηδικά - linda, vira, vind, vinden, vindkraft
  • άνεργος στα σουηδικά - lat, arbetslös, arbetslösa, arbetslöshet
  • άνετος στα σουηδικά - lätt, enkel, ledig, obesvärad, mak, bekväm, bekväma, ...
  • άνευ στα σουηδικά - utan, utan att, inte
Τυχαίες λέξεις
Άνεση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lätta, bekvämlighet, ro, lugn, lindra, lätthet, komfort, Comfort, komforten