Έθιμο στα σουηδικά

Μετάφραση: έθιμο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sedvänja, sed, beställnings, anpassade, anpassad, Anpassningsbar, beställnings-
Έθιμο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έθιμο

έθιμο της αγάπης, έθιμο του «κουκουμά» στη σύμη, έθιμο του μάρτη, έθιμο μάρτης, έθιμο χαρταετού, έθιμο λεξικό γλώσσας σουηδικά, έθιμο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • έδρανο στα σουηδικά - domstol, hållning, bänk, lager, lagret, bäring, bärande
  • έθιμα στα σουηδικά - tullen, tull, tull-, seder
  • έθνος στα σουηδικά - folk, nation, nationen, nationens, landet
  • έκβαση στα σουηδικά - följd, effekt, slutsats, resultat, konsekvens, utfall, utfallet, ...
Τυχαίες λέξεις
Έθιμο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sedvänja, sed, beställnings, anpassade, anpassad, Anpassningsbar, beställnings-