Αισθανόμουν στα σουηδικά
Μετάφραση: αισθανόμουν, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
filt, känsla, känslan, känsla av, en känsla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισθανόμουν
αισθανόμουν λεξικό γλώσσας σουηδικά, αισθανόμουν στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αισθάνομαι στα σουηδικά - betydelse, känna, känsla, sinne, känsel, mening, bemärkelse, ...
- αισθήσεις στα σουηδικά - medvetande, sinnen, sinnena, avkänner, alla sinnen, sinnenas
- αισθησιακός στα σουηδικά - sensuell, sinnlig, sensuella, Sensual, Sensuellt
- αισθητά στα σουηδικά - signifikant, avsevärt, betydligt, väsentligt, kraftigt
Τυχαίες λέξεις
Αισθανόμουν στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: filt, känsla, känslan, känsla av, en känsla
Μεταφράσεις: filt, känsla, känslan, känsla av, en känsla