Ανάφλεξη στα σουηδικά

Μετάφραση: ανάφλεξη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tändning, antändning, tändnings, tändningen, antändnings
Ανάφλεξη στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάφλεξη

ανάφλεξη συνέντευξη, αυθόρμητη ανάφλεξη, ανάφλεξη υδρογόνου, ηλεκτρονική ανάφλεξη, πιεζοηλεκτρική ανάφλεξη, ανάφλεξη λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανάφλεξη στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ανάσταση στα σουηδικά - uppståndelse, uppståndelsen, återuppståndelse, återuppståndelsen
  • ανάστημα στα σουηδικά - bygga, uppföra, resning, växten, kroppsstorlek, vuxenhet, kroppsbyggnad
  • ανάχωμα στα σουηδικά - vall, kant, bank, strand, högen, mound, kulle, ...
  • ανέγερση στα σουηδικά - byggnad, konstruktion, struktur, erektion, uppförande, montering, montage, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάφλεξη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tändning, antändning, tändnings, tändningen, antändnings