Ανθεκτικός στα σουηδικά
Μετάφραση: ανθεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
elastisk, kraftig, fast, resistent, resistenta, beständig, beständigt, beständiga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανθεκτικός
ανθεκτικός ασκίτης, ανθεκτικός translation, ανθεκτικόσ συνώνυμο, ανθεκτικός στα αγγλικά, ανθεκτικός στη μεθικιλλίνη χρυσίζων σταφυλόκοκκος, ανθεκτικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανθεκτικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανθήρας στα σουηδικά - ståndarknapp, anther, ståndarknappsspecifik, ståndarknappen, ståndarknappodling
- ανθίζω στα σουηδικά - blom, blomning, blossom, blomma, blommar
- ανθολογία στα σουηδικά - antologi, antologin
- ανθοπώλης στα σουηδικά - blomsterhandlare, florist, floristen, blomster, blomsterhandlaren
Τυχαίες λέξεις
Ανθεκτικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: elastisk, kraftig, fast, resistent, resistenta, beständig, beständigt, beständiga
Μεταφράσεις: elastisk, kraftig, fast, resistent, resistenta, beständig, beständigt, beständiga