Απλουστεύω στα σουηδικά

Μετάφραση: απλουστεύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förenkla, förenklar, lätta, underlätta, att förenkla
Απλουστεύω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλουστεύω

απλουστεύω συνωνυμο, απλουστεύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, απλουστεύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • απλοποίηση στα σουηδικά - förenkling, förenkla, förenklings, förenklingen, förenklingar
  • απλοποιώ στα σουηδικά - förenkla, aplopoio
  • απλοχέρης στα σουηδικά - OFÖRBEHÅLLSAM, HELHJÄRTAD, GENERÖS
  • απλοϊκός στα σουηδικά - lätt, enkel, enfaldiga
Τυχαίες λέξεις
Απλουστεύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: förenkla, förenklar, lätta, underlätta, att förenkla