Αποβλέπω στα σουηδικά

Μετάφραση: αποβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mål, syfte, syften, syftena, målen, målsättningar
Αποβλέπω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποβλέπω

αποβλέπω μετάφραση, αποβλέπω συνώνυμα, προβλέπω συνώνυμο, προβλέπω ετυμολογία, αποβλέπω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αποβλέπω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αποβάλλω στα σουηδικά - skjul, utvisa, driva ut, driva, utesluta, utvisning
  • αποβλάκωση στα σουηδικά - häpnad, bestörtning, bedövning
  • αποβλακώνω στα σουηδικά - förbluffa, bedöva, stupefy
  • αποβολή στα σουηδικά - abort, aborter, abortion, aborten
Τυχαίες λέξεις
Αποβλέπω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: mål, syfte, syften, syftena, målen, målsättningar