Αρτηριακός στα σουηδικά
Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
arteriell, arteriella, artär, arteriellt, arterial
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρτηριακός
αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας σουηδικά, αρτηριακός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αρρώστια στα σουηδικά - illamående, åkomma, sjuk, sjukdom, sjukdomen, sjukdomar, sjukdoms, ...
- αρτηρία στα σουηδικά - artär, artären
- αρχάγγελος στα σουηδικά - ärke, ärkeängel, ärkeängeln, ärkeängels, ärkeängelns
- αρχάριος στα σουηδικά - nybörjare, novis, novisen, motparten, nybörjaren
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: arteriell, arteriella, artär, arteriellt, arterial
Μεταφράσεις: arteriell, arteriella, artär, arteriellt, arterial