Γλώσσα στα σουηδικά

Μετάφραση: γλώσσα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
enda, enastående, sula, anföring, språk, tal, språket, language
Γλώσσα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γλώσσα

γλώσσα στο φούρνο, γλώσσα στ δημοτικού, γλώσσα c, γλώσσα γ δημοτικού, γλώσσα γ γυμν, γλώσσα λεξικό γλώσσας σουηδικά, γλώσσα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • γλύπτης στα σουηδικά - bildhuggare, skulptör, skulptören, bildhuggaren
  • γλύφω στα σουηδικά - skära, glyph, tecken, tecknet, glyf
  • γνέθω στα σουηδικά - spinna, snurra, spinn, spin, dragning
  • γνέφω στα σουηδικά - rörelse, signalera, signal, gest, åtbörd, vinka, lockar, ...
Τυχαίες λέξεις
Γλώσσα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: enda, enastående, sula, anföring, språk, tal, språket, language