Δεσμεύω στα σουηδικά

Μετάφραση: δεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
begå, boja, fjättra, fetter, bojan, bojor
Δεσμεύω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσμεύω

δεσμεύω χρήματα, δεσμεύω συνωνυμα, δεσμεύω συνώνυμα, δεσμεύω στα αγγλικά, δεσμεύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, δεσμεύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δεσμίδα στα σουηδικά - bunt, paket, knippa, packe, ream, ris, förpackning
  • δεσμευτικός στα σουηδικά - bindning, bindande, bindnings, binda, bindningen
  • δεσμοφύλακας στα σουηδικά - jailer, jaileren, fångvaktaren, fångvaktare, fångvakt
  • δεσμός στα σουηδικά - obligation, angelägenhet, affär, bindning, obligations, bindningen
Τυχαίες λέξεις
Δεσμεύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: begå, boja, fjättra, fetter, bojan, bojor