Διακανονισμός στα σουηδικά
Μετάφραση: διακανονισμός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anstalt, avtal, avveckling, uppgörelse, avvecklings, bosättning, likvid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακανονισμός
διακανονισμός τσμεδε 2014, διακανονισμός ευδαπ, διακανονισμός εφορία, διακανονισμός οαεε, διακανονισμός δεη, διακανονισμός λεξικό γλώσσας σουηδικά, διακανονισμός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διαιτητεύω στα σουηδικά - medla, medla i, skiljedom, avvägning, en avvägning
- διαιτολόγιο στα σουηδικά - kost, diet, dieten, kosten
- διακεκριμένος στα σουηδικά - framträdande, påfallande, framstående, stående, framskjuten
- διακηρύσσω στα σουηδικά - erkänna, bikta, bläs, Blaze, eldsvåda, branden, flamma
Τυχαίες λέξεις
Διακανονισμός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: anstalt, avtal, avveckling, uppgörelse, avvecklings, bosättning, likvid
Μεταφράσεις: anstalt, avtal, avveckling, uppgörelse, avvecklings, bosättning, likvid