Διαστολή στα σουηδικά

Μετάφραση: διαστολή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utvidgning, tillväxt, expansionen, expansions, utbyggnad, utbyggnaden
Διαστολή στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαστολή

διαστολή τραχήλου, διαστολή νερού, διαστολή κόρης ματιού, διαστολή συστολή, διαστολή συστολή νερού, διαστολή λεξικό γλώσσας σουηδικά, διαστολή στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διασταλτός στα σουηδικά - dilatable
  • διασταύρωση στα σουηδικά - korsning, Junction, korsningen, förbindelsen, föreningspunkten
  • διαστρεβλώνω στα σουηδικά - garble
  • διασυρμός στα σουηδικά - förnedring, vilification, förtal, förtalet, smutskastning, förtals
Τυχαίες λέξεις
Διαστολή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: utvidgning, tillväxt, expansionen, expansions, utbyggnad, utbyggnaden