Διπλανός στα σουηδικά

Μετάφραση: διπλανός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
intilliggande, angränsande, granne, intill, bredvid, nästa dörr
Διπλανός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διπλανός

διπλανός συνώνυμα, διπλανός λεξικό γλώσσας σουηδικά, διπλανός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διορισμός στα σουηδικά - möte, träff, ämbete, tidsbeställning, utnämning, utnämningen, utses
  • διοχετεύω στα σουηδικά - kanal, dränera, rinna, tömma, avlopp, tappa
  • διπλαρώνω στα σουηδικά - överlappning, lappn, överlappn, överlappningen, lappningen
  • διπλασιάζω στα σουηδικά - fördubbla, dubbel, tvåfaldig, PARVIS FÖREKOMMANDE, ORDNA PARVIS, ORDNAS PARVIS
Τυχαίες λέξεις
Διπλανός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: intilliggande, angränsande, granne, intill, bredvid, nästa dörr