Διπλαρώνω στα σουηδικά

Μετάφραση: διπλαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
överlappning, lappn, överlappn, överlappningen, lappningen
Διπλαρώνω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διπλαρώνω

διπλαρώνω συνώνυμα, διπλαρώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διπλαρώνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διοχετεύω στα σουηδικά - kanal, dränera, rinna, tömma, avlopp, tappa
  • διπλανός στα σουηδικά - intilliggande, angränsande, granne, intill, bredvid, nästa dörr
  • διπλασιάζω στα σουηδικά - fördubbla, dubbel, tvåfaldig, PARVIS FÖREKOMMANDE, ORDNA PARVIS, ORDNAS PARVIS
  • διπλοκατοικία στα σουηδικά - duplex, dubbelsidig, dubbelsidig utskrift
Τυχαίες λέξεις
Διπλαρώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: överlappning, lappn, överlappn, överlappningen, lappningen