Δρομέας στα σουηδικά
Μετάφραση: δρομέας, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
löpare, runner, löparen, tvåan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρομέας
δρομέας ποδήλατα, δρομέας άγαλμα, δρομέας τουριστικό γραφείο, δρομέας θεσσαλονίκη, δρομέας καρέκλες, δρομέας λεξικό γλώσσας σουηδικά, δρομέας στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- δριμύτητα στα σουηδικά - svårighetsgrad, svårighetsgraden, allvarlighetsgrad, allvaret, stränghet
- δρομάκι στα σουηδικά - gränd, gränden, alley, Bana
- δρομολόγιο στα σουηδικά - färdväg, resväg, resplan, färdvägen, resplanen
- δροσερός στα σουηδικά - färsk, ny, avkyla, frisk, kyla, sval, kyler, ...
Τυχαίες λέξεις
Δρομέας στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: löpare, runner, löparen, tvåan
Μεταφράσεις: löpare, runner, löparen, tvåan