Εγκάρδιος στα σουηδικά

Μετάφραση: εγκάρδιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hjärtlig, stadig, rejäl, rikliga, hjärtligt, hjärt
Εγκάρδιος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκάρδιος

εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, εγκάρδιος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εγείρομαι στα σουηδικά - stiga, öka, stiger, att stiga, ökar
  • εγκάθετος στα σουηδικά - språk, sitta, Sitt, Luta dig, sit, Luta
  • εγκέφαλος στα σουηδικά - sinne, hjärna, hjärnan, hjärn, hjärnans, kompetens
  • εγκαθίσταμαι στα σουηδικά - bebygga, sedimentera, reglera, lösa, bosätta sig, bosätta
Τυχαίες λέξεις
Εγκάρδιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: hjärtlig, stadig, rejäl, rikliga, hjärtligt, hjärt