Εμφυσώ στα σουηδικά
Μετάφραση: εμφυσώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inskärpa, inpränta, ingjuta, inculcate, inprägla
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμφυσώ
εμφυσώ συνώνυμα, εμφυσώ συνώνυμο, εμφυσώ μετάφραση, εμφυσώ βικιλεξικο, εμφυσώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμφυσώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμφατικός στα σουηδικά - emphatic, eftertryck, eftertrycklig, eftertryckligt, eftertryckliga
- εμφιαλώνω στα σουηδικά - butelj, flaska, flaskor, flaskorna
- εμφυτεύω στα σουηδικά - sperma, säd, frö, implantat, implantatet, implantatets
- εμψυχώνω στα σουηδικά - animera, väcka till liv
Τυχαίες λέξεις
Εμφυσώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inskärpa, inpränta, ingjuta, inculcate, inprägla
Μεταφράσεις: inskärpa, inpränta, ingjuta, inculcate, inprägla