Επισκοπή στα σουηδικά
Μετάφραση: επισκοπή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stift, stiftet, stiftets, stifts
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επισκοπή
επισκοπή ηράκλειο, επισκοπή ρωγών, επισκοπή νάουσας, επισκοπή ηράκλειο 70008, επισκοπή ημαθίας, επισκοπή λεξικό γλώσσας σουηδικά, επισκοπή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- επισκευή στα σουηδικά - laga, reparera, reparation, reparations, reparationer, reparationen
- επισκιάζω στα σουηδικά - dvärg, glänsa, överglänsa, överglänser, att överglänsa, outshine
- επισκόπηση στα σουηδικά - profil, undersökning, undersökningen, enkät, enkäten
- επισπεύδω στα σουηδικά - accelerera, hastighet, fart, HASTA, HIE, NIKLAS, HIE som
Τυχαίες λέξεις
Επισκοπή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stift, stiftet, stiftets, stifts
Μεταφράσεις: stift, stiftet, stiftets, stifts