Εφημερίδα στα σουηδικά
Μετάφραση: εφημερίδα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tidning, papper, tidningen, tidningsartikel, tidnings, dagstidning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφημερίδα
εφημερίδα ελευθερία, εφημερίδα έθνος, εφημερίδα θεσσαλία, εφημερίδα της κυβερνήσεως, εφημερίδα συντακτών, εφημερίδα λεξικό γλώσσας σουηδικά, εφημερίδα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εφηβικός στα σουηδικά - ungdomlig, tonårs, nubile
- εφημέριος στα σουηδικά - kyrkoherde, kaplan, prästen, präst, kaplanen
- εφικτός στα σουηδικά - möjlig, eventuell, genomförbart, genomförbar, genomförbara, möjligt
- εφοδιάζω στα σουηδικά - proviant, proviant till, som proviant
Τυχαίες λέξεις
Εφημερίδα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tidning, papper, tidningen, tidningsartikel, tidnings, dagstidning
Μεταφράσεις: tidning, papper, tidningen, tidningsartikel, tidnings, dagstidning