Ικανοποίηση στα σουηδικά

Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
belåtenhet, tillfredsställelse, nöjda, tillfredsställande, Nöjdhets
Ικανοποίηση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση

ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, ικανοποίηση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ιθύνω στα σουηδικά - linjal, princip, styra, regel, härskare, behärska, regering, ...
  • ικανά στα σουηδικά - kapabel, kapabla, kan, som kan, förmåga
  • ικανοποιημένο στα σουηδικά - innehåll, nöjd, nöjda, uppfyllda, uppfyllt, är nöjd
  • ικανοποιημένος στα σουηδικά - nöjd, innehåll, innehållet, content
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: belåtenhet, tillfredsställelse, nöjda, tillfredsställande, Nöjdhets