Ισχυρογνώμων στα σουηδικά
Μετάφραση: ισχυρογνώμων, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
envis, egensinnig, egensinniga, envisa, headstrong
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχυρογνώμων
ισχυρογνώμων ορισμος, ισχυρογνώμων ψυχολογια, ισχυρογνώμων κλιση, ισχυρογνώμων αγγλικα, ισχυρογνώμων τι σημαινει, ισχυρογνώμων λεξικό γλώσσας σουηδικά, ισχυρογνώμων στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ισχυρισμός στα σουηδικά - krav, anspråk, fordran, fordra, påstående, patentkrav
- ισχυρογνώμονας στα σουηδικά - förhärdad, förhärdade, obdurate
- ισχυρός στα σουηδικά - kraftig, styv, väldig, stram, mäktig, fast, stel, ...
- ισχύς στα σουηδικά - giltighet, ström, effekt, makt
Τυχαίες λέξεις
Ισχυρογνώμων στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: envis, egensinnig, egensinniga, envisa, headstrong
Μεταφράσεις: envis, egensinnig, egensinniga, envisa, headstrong