Καθαρός στα σουηδικά
Μετάφραση: καθαρός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ren, snygg, uttryckslös, nätt, rensa, nitlott, putsa, rengöra, klar, klart, tydlig, tydligt, tydliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαρός
καθαρός αριθμός, καθαρόσ κύκλοσ εργασιών, καθαρός βασικος μισθος 2014, καθαρός συνώνυμο, καθαρός μισθός, καθαρός λεξικό γλώσσας σουηδικά, καθαρός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καθαριστήριο στα σουηδικά - tvätt, tvättstuga, tvättservice, tvätten
- καθαριστής στα σουηδικά - renare, renaren, purifier, RENARE, reningsverk
- καθελκύω στα σουηδικά - lanseras, startas, inleds, introduceras, lanserades
- καθεστώς στα σουηδικά - regim, regimen, ordning, ordningen
Τυχαίες λέξεις
Καθαρός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ren, snygg, uttryckslös, nätt, rensa, nitlott, putsa, rengöra, klar, klart, tydlig, tydligt, tydliga
Μεταφράσεις: ren, snygg, uttryckslös, nätt, rensa, nitlott, putsa, rengöra, klar, klart, tydlig, tydligt, tydliga