Καπέλο στα σουηδικά
Μετάφραση: καπέλο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hatt, hat, keps, hatten
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπέλο
καπέλο πειρατή, καπέλο καβουράκι, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο ονειροκρίτης, καπέλο παναμά, καπέλο λεξικό γλώσσας σουηδικά, καπέλο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- καπάκι στα σουηδικά - ögonlock, lock, locket
- καπάτσος στα σουηδικά - svek, slug, skuld, klipsk, smart, lömsk, listig, ...
- καπαρώνω στα σουηδικά - bok, reservera, OMVITTNA, BESTÄLLA
- καπατσοσύνη στα σουηδικά - gumption, FYNDIGHET, framåtanda
Τυχαίες λέξεις
Καπέλο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: hatt, hat, keps, hatten
Μεταφράσεις: hatt, hat, keps, hatten