Κατορθώνω στα σουηδικά

Μετάφραση: κατορθώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vinna, anlända, nå, utföra, förvärva, räcka, lägga över, läggs över
Κατορθώνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατορθώνω

κατευθύνω ετυμολογία, κατορθώνω συνώνυμα, κατευθύνω συνώνυμο, κατορθώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, κατορθώνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • κατοικώ στα σουηδικά - vistas, bebo, bo, lever, bor, leva, levande
  • κατολίσθηση στα σουηδικά - glidande, glid, skjut, skjutbara, glider
  • κατοχή στα σουηδικά - besittning, yrke, arbete, sysselsättning, jobb, innehav, bollinnehavet, ...
  • κατοχυρώνω στα σουηδικά - skydda, garanti, freda, garantera, värna, befästa, stärka, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατορθώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: vinna, anlända, nå, utföra, förvärva, räcka, lägga över, läggs över