Οξύ στα σουηδικά
Μετάφραση: οξύ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
syra, syrlig, sur, syran
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύ
οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου συμπτώματα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, οξύ ψυχωσικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, οξύ λεξικό γλώσσας σουηδικά, οξύ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- οξυδέρκεια στα σουηδικά - skärpa, insikt, inblick, insyn, insikter, insikten
- οξυδερκής στα σουηδικά - spetsig, skärva, stark, ivrig, vass, slug, akut, ...
- οξύθυμος στα σουηδικά - irascible, argsint, lättretlig, hetlevrad, argsinta
- οξύνοια στα σουηδικά - intelligens, slughet, listighet, skarpsinne, skarps
Τυχαίες λέξεις
Οξύ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: syra, syrlig, sur, syran
Μεταφράσεις: syra, syrlig, sur, syran