Οροπέδιο στα σουηδικά
Μετάφραση: οροπέδιο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
platå, platån, plateau
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οροπέδιο
οροπέδιο αγ. τριάδας καλοσκοπής φωκίδας, οροπέδιο νίδας, οροπέδιο λασιθίου, οροπέδιο της νίδας, οροπέδιο λασιθίου ξενώνες, οροπέδιο λεξικό γλώσσας σουηδικά, οροπέδιο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- οροθετώ στα σουηδικά - avgränsa, avgränsar, avgränsning, att avgränsa
- ορολογία στα σουηδικά - terminologi, terminologin, terminologi som, termer
- οροφή στα σουηδικά - tak, taket, roof
- ορτύκι στα σουηδικά - vaktel, Quail, vaktlar, av vaktel, vaktel från
Τυχαίες λέξεις
Οροπέδιο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: platå, platån, plateau
Μεταφράσεις: platå, platån, plateau