Ορυχείο στα σουηδικά

Μετάφραση: ορυχείο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grop, mina, min, gruvan, mitt, gruva
Ορυχείο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορυχείο

ορυχείο μαυροπηγής, ορυχείο ίψεν, ορυχείο στην τουρκία, ορυχείο χρυσού χαλκιδική, ορυχείο πεδίου αμυνταίου, ορυχείο λεξικό γλώσσας σουηδικά, ορυχείο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ορυκτολογία στα σουηδικά - mineralogi, mineralogy, mineralogin, mineralogiska, mineralogyen
  • ορυκτό στα σουηδικά - malm, mineral, mineralvatten, mineraliska, mineraler
  • ορφανοτροφείο στα σουηδικά - barnhem, barnhemmet, hemmet, orphanage, barnhems
  • ορφανός στα σουηδικά - föräldralös, orphan, barn, anonyma, anonymt
Τυχαίες λέξεις
Ορυχείο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grop, mina, min, gruvan, mitt, gruva