Ποινή στα σουηδικά

Μετάφραση: ποινή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
straff, påföljd, straffet, straffområdes
Ποινή στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ποινή

ποινή με αναστολή, ποινή λιπομαρτυρίας, ποινή φυλάκισης με αναστολή, ποινή 90 εκατομμυρίων ευρώ στην τουρκία για την εισβολή στην κύπρο, ποινή απαραδέκτου, ποινή λεξικό γλώσσας σουηδικά, ποινή στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ποικιλία στα σουηδικά - avart, mängd, variation, sort, sorten, utbud
  • ποιμενικός στα σουηδικά - pastorala, pastoral, pastoralt, herde-, herde
  • ποινικός στα σουηδικά - straff, kriminalvårds, straffrättsliga, brotts, straffrättslig
  • ποιότητα στα σουηδικά - karaktär, kvalificera, tecken, egenskap, kvalitet, kvaliteten, kvalitets
Τυχαίες λέξεις
Ποινή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: straff, påföljd, straffet, straffområdes