Σοκάκι στα σουηδικά

Μετάφραση: σοκάκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gränd, backstreet, bakgata, bakgatorna
Σοκάκι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοκάκι

σοκάκι συνώνυμα, γιαχνί σοκάκι, σοκάκι ναύπλιο, σοκάκι καρπενήσι, μακρύ σοκάκι, σοκάκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, σοκάκι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σοδειά στα σουηδικά - vinst, avkastning, skörd, gröda, skörda, inbringa, grödan, ...
  • σοκ στα σουηδικά - chock, stöt, chockera, stötar
  • σοκολάτα στα σουηδικά - choklad, chocolate, chokladen
  • σολομός στα σουηδικά - lax, laxen, laxar, salmon
Τυχαίες λέξεις
Σοκάκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gränd, backstreet, bakgata, bakgatorna