Στέγαση στα σουηδικά

Μετάφραση: στέγαση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
justering, bostad, inställning, hölje, bostäder, höljet, huset
Στέγαση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέγαση

στέγαση βεράντας, στέγαση αστέγων, στέγαση συνώνυμα, ακίνητα στέγαση, στέγαση σε οικισμό στέγασης εκτοπισθέντων, στέγαση λεξικό γλώσσας σουηδικά, στέγαση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • στάσιμος στα σουηδικά - stationär, stationärt, stationära, stillastående, stilla
  • στάχτη στα σουηδικά - aska, ask, slagg, askan, aska kan, glöd
  • στέγνωμα στα σουηδικά - torr, torrt, torra, torka
  • στέκα στα σουηδικά - cue, kö, kön, referenspunkt
Τυχαίες λέξεις
Στέγαση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: justering, bostad, inställning, hölje, bostäder, höljet, huset