Συνεργάσιμος στα σουηδικά
Μετάφραση: συνεργάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kooperativ, kooperativa, samarbets, kooperativet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάσιμος
συνεργάσιμος στα αγγλικά, συνεργάσιμος δανειολήπτης, συνεργάσιμος μετάφραση, συνεργάσιμος english, συνεργάσιμος λεξικό γλώσσας σουηδικά, συνεργάσιμος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- συνεπώς στα σουηδικά - därför, följaktligen, därmed, således, alltså
- συνεργάζομαι στα σουηδικά - samarbeta, samarbetar, samarbete, samverka, samverkar
- συνεργάτης στα σουηδικά - medarbetare, bidragsgivare, bidragande, contributor, bidrags, bidragsgivaren
- συνεργασία στα σουηδικά - samarbete, samarbetet, samarbets
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάσιμος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kooperativ, kooperativa, samarbets, kooperativet
Μεταφράσεις: kooperativ, kooperativa, samarbets, kooperativet