Συνωμοτώ στα σουηδικά

Μετάφραση: συνωμοτώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
komplott, sammansvärjning, complot
Συνωμοτώ στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνωμοτώ

συνωμοτώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, συνωμοτώ στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • συνυπάρχω στα σουηδικά - samexistera, samexisterar, existera samtidigt, till samtidigt, existera
  • συνωμοσία στα σουηδικά - sammansvärjning, komplott, konspiration, stämpling, konspirationen
  • συνωμότης στα σουηδικά - komplottsmidaren, conspiratoren, konspiratör, conspirator, konspiratören
  • συνωστισμός στα σουηδικά - sylt, klämma, krossa, trängsel, utträngning, trängseln, trängs, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνωμοτώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: komplott, sammansvärjning, complot