Τουφέκι στα σουηδικά
Μετάφραση: τουφέκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
räffla, gevär, bössa, geväret, vapnet, gevärs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τουφέκι
τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι του 1821, τουφέκι βικιπαίδεια, τυφέκιο fn, τουφέκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, τουφέκι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- τουρσί στα σουηδικά - pickle, ättikslag, knipa, gravar, knipan
- τουρτουρίζω στα σουηδικά - darra, skälva, splittra, rysa, rysning, frossa, skakningar, ...
- τούβλο στα σουηδικά - tegel, tegelsten, brick
- τούνδρα στα σουηδικά - tundra, tundran, tundraen, tundrans
Τυχαίες λέξεις
Τουφέκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: räffla, gevär, bössa, geväret, vapnet, gevärs
Μεταφράσεις: räffla, gevär, bössa, geväret, vapnet, gevärs