Τσιγαρίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fräs, Saute, stek
Τσιγαρίζω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω

τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, τσιγαρίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • τσεκούρι στα σουηδικά - yxa, ax, yxan, axe
  • τσιγάρο στα σουηδικά - cigarett, cigaretten, cigaretter, cigarrett
  • τσιγκλώ στα σουηδικά - Ciglane
  • τσιγκουνεύομαι στα σουηδικά - snålhet, stint, snåla, stinten
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fräs, Saute, stek