Φαρμακοποιός στα σουηδικά
Μετάφραση: φαρμακοποιός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kemist, apotekare, Apothecary, apotekaren, apotek, Apothecaryen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαρμακοποιός
φαρμακοποιός αυτοκτόνησε, φαρμακοποιός ονειροκρίτης, φαρμακοποιόσ ρέντη, φαρμακοποιός σύζυγος παρουσιάστριας, φαρμακοποιόσ θεαγένειο, φαρμακοποιός λεξικό γλώσσας σουηδικά, φαρμακοποιός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- φαρμακερός στα σουηδικά - giftig, venomed
- φαρμακευτικός στα σουηδικά - farmaceutiska, farmaceutisk, läkemedels, läkemedel, farmaceutiskt
- φασαρία στα σουηδικά - bråk, sinnesrörelse, upphetsning, oväsen, uppståndelse, krångel, väsen, ...
- φασιανός στα σουηδικά - fasan, Pheasant, fasanen
Τυχαίες λέξεις
Φαρμακοποιός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kemist, apotekare, Apothecary, apotekaren, apotek, Apothecaryen
Μεταφράσεις: kemist, apotekare, Apothecary, apotekaren, apotek, Apothecaryen