Άναυδος στα τούρκικα
Μετάφραση: άναυδος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şaşkın, dumbfounded, hayretler, şaşkına, afallamıştı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άναυδος
άναυδος συνώνυμο, άναυδος blog, άναυδος λεξικο, άναυδος έμεινε το μεσημέρι ένας ψαράς στην πρέβεζα όταν διαπίστωσε, άναυδος ετυμολογία, άναυδος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άναυδος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άμυνα στα τούρκικα - savunma, defansı, savunması, bir savunma
- άναρθρος στα τούρκικα - dilsiz, anlaşılmaz, inarticulate, derdini anlatamayan, eklemsiz
- άνδρας στα τούρκικα - insanlık, adam, erkek, insan, man, bir adam
- άνεμος στα τούρκικα - sarmak, osuruk, yel, rüzgar, rüzgâr, wind, rüzgarın
Τυχαίες λέξεις
Άναυδος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şaşkın, dumbfounded, hayretler, şaşkına, afallamıştı
Μεταφράσεις: şaşkın, dumbfounded, hayretler, şaşkına, afallamıştı