Άνεση στα τούρκικα
Μετάφραση: άνεση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dinlenme, alet, istirahat, konfor, Comfort, konforu, rahatlık, rahat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνεση
άνεση english, ακουστική άνεση, επική άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, άνεση λεξικό γλώσσας τούρκικα, άνεση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άνεμος στα τούρκικα - sarmak, osuruk, yel, rüzgar, rüzgâr, wind, rüzgarın
- άνεργος στα τούρκικα - işsiz, boş, aylak, işsizler, işsizlerin, işsizlere, işsizlik
- άνετος στα τούρκικα - kolay, rahat, konforlu, rahat bir, konforlu bir
- άνευ στα τούρκικα - -sız, olmadan, olmaksızın, olmayan, vermeden, kalmadan
Τυχαίες λέξεις
Άνεση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dinlenme, alet, istirahat, konfor, Comfort, konforu, rahatlık, rahat
Μεταφράσεις: dinlenme, alet, istirahat, konfor, Comfort, konforu, rahatlık, rahat