Άνοιγμα στα τούρκικα
Μετάφραση: άνοιγμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açılış, açma, açılma, açılışı, açıklığı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνοιγμα
άνοιγμα λογαριασμού εθνική, άνοιγμα φύλλου, άνοιγμα λογαριασμού πειραιώς, άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού, άνοιγμα λογαριασμού gmail, άνοιγμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, άνοιγμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άνισος στα τούρκικα - eşitsiz, eşit olmayan, eşit, eşitsiz bir, eşitsizlik
- άνοδος στα τούρκικα - anot, anod, anodu, anode
- άνοιξη στα τούρκικα - kaynak, yay, pınar, bahar, çeşme, yaylı, ilkbahar, ...
- άνομος στα τούρκικα - kanunsuz, kanunsuz bir, lawless, yasa tanımayan, Kanun tanımayan
Τυχαίες λέξεις
Άνοιγμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: açılış, açma, açılma, açılışı, açıklığı
Μεταφράσεις: açılış, açma, açılma, açılışı, açıklığı