Άρθρωση στα τούρκικα
Μετάφραση: άρθρωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eklem, ortak, müşterek, ortak bir, derz
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άρθρωση
άρθρωση του σ, άρθρωση οστών, άρθρωση charcot, άρθρωση γόνατος, άρθρωση λέξεων, άρθρωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, άρθρωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- άρδευση στα τούρκικα - sulama, irrigasyon
- άρθρο στα τούρκικα - fıkra, şart, makale, madde, yazı, makalede, makalenin
- άρια στα τούρκικα - arya, aria, bir arya
- άριστος στα τούρκικα - mükemmel, pırlanta, birinci sınıf, en usta, usta, en kral, kral
Τυχαίες λέξεις
Άρθρωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: eklem, ortak, müşterek, ortak bir, derz
Μεταφράσεις: eklem, ortak, müşterek, ortak bir, derz