Έδαφος στα τούρκικα
Μετάφραση: έδαφος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
neden, arsa, ülke, il, alan, kır, zemin, yer, yeryüzü, millet, ulus, toprak, dip, topraklama, öğütülmüş
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έδαφος
έδαφος ph, έδαφος στο ρώγο του, έδαφος ελλάδας, έδαφοσ σαντορίνησ, έδαφος βρετανικού ινδικού ωκεανού, έδαφος λεξικό γλώσσας τούρκικα, έδαφος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- έγχρωμος στα τούρκικα - renkli, renkli bir, rengi, renkte, renk
- έγχυμα στα τούρκικα - demleme, infüzyon, infüzyonu, enfüzyon, infüzyonunun
- έδρα στα τούρκικα - tezgâh, bank, sıra, sandalye, koltuk, koltuğu, emniyet, ...
- έδρανο στα τούρκικα - tabure, pislik, çehre, tavır, tezgâh, sıra, iskemle, ...
Τυχαίες λέξεις
Έδαφος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: neden, arsa, ülke, il, alan, kır, zemin, yer, yeryüzü, millet, ulus, toprak, dip, topraklama, öğütülmüş
Μεταφράσεις: neden, arsa, ülke, il, alan, kır, zemin, yer, yeryüzü, millet, ulus, toprak, dip, topraklama, öğütülmüş