Ίνδαλμα στα τούρκικα
Μετάφραση: ίνδαλμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
idol, idolü, put, bir idol, puta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίνδαλμα
ίνδαλμα συνώνυμο, το ίνδαλμα, ίνδαλμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, ίνδαλμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ίκτερος στα τούρκικα - sarılık, sarılığı, sarılıklı
- ίνα στα τούρκικα - lif, fiber, elyaf, lifi, elyafı
- ίρις στα τούρκικα - iris, süsen, irisi, irisli
- ίσιος στα τούρκικα - eşit, benzer, eş, düz, düz bir, doğru, düzgün
Τυχαίες λέξεις
Ίνδαλμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: idol, idolü, put, bir idol, puta
Μεταφράσεις: idol, idolü, put, bir idol, puta