Ακτή στα τούρκικα
Μετάφραση: ακτή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kumsal, sahil, plaj, kenar, kıyı, coast, kıyısında, sahili
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακτή
ακτή βουλιαγμένης, ακτή ταύγετος, ακτή πειραιώς, ακτή ξαβερίου, ακτή βασιλειάδη, ακτή λεξικό γλώσσας τούρκικα, ακτή στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ακρωτηριασμός στα τούρκικα - uzvun kesilmesi, amputasyon, amputasyonu, ampütasyon, amputasyonun
- ακρώνυμο στα τούρκικα - kısaltması, kısaltma, kısaltmasıdır, kısaltmadır, kýsaltmasý
- ακτίνα στα τούρκικα - ışın, yarıçap, yarıçapı, uzaklıkta, radius, radyus
- ακτιβισμός στα τούρκικα - aktivizm, Activism, aktivizmi, Eylemcilik
Τυχαίες λέξεις
Ακτή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kumsal, sahil, plaj, kenar, kıyı, coast, kıyısında, sahili
Μεταφράσεις: kumsal, sahil, plaj, kenar, kıyı, coast, kıyısında, sahili